ἐλάτινος

ἐλάτινος
ἐλάτινος [], η, ον, also ος, ον Anaxil.22.17: [dialect] Ep. [full] εἰλάτινος, η, ον, as also E.Hel.1461 (lyr.), Hec.632 (lyr.):—
A of the fir, ὄζοι εἰ. Il.14.289, cf. E.Ba.1070; ὕλα εἰ. Id.Hec.632; [ῥητίνη] Thphr.HP9.2.2;

ξύλα SIG135.11

(Olynthus, iv B.C.).
2 made of fir or pine-wood, ἱστὸς εἰ. Od.2.424;

πλάται E.Hel.1461

, cf. Anaxil.l.c.
II of the date inflorescence,

ἔλαιον Dsc.1.44

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ελάτινος, -η, -ο — και ελατένιος, ια, ιο και ελατίσιος, ια, ιο ο κατασκευασμένος από ξύλο έλατου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐλάτινος — of the fir masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ελάτινος — η, ο (AM ἐλάτινος, η, ον και ἐλάτινος, ον Α και εἰλάτινος, η, ον) ο κατασκευασμένος από ξύλο έλατου αρχ. 1. αυτός που ανήκει σε έλατο ή προέρχεται απὸ αυτό («ὄζοι εἰλάτινοι, ξύλα ἐλάτινα») 2. αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στο άνθος τής… …   Dictionary of Greek

  • εἰλάτινον — ἐλάτινος of the fir masc acc sg ἐλάτινος of the fir neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλατίνων — ἐλάτινος of the fir fem gen pl ἐλάτινος of the fir masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐλάτινον — ἐλάτινος of the fir masc acc sg ἐλάτινος of the fir neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλατίνην — ἐλάτινος of the fir fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλατίνοις — ἐλάτινος of the fir masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλατίνοισιν — ἐλάτινος of the fir masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλατίνου — ἐλάτινος of the fir masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλατίνῃ — ἐλάτινος of the fir fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”